Παυσανίου

Παυσανίου
Παυσανίης
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • παυσανίου — παυσανίας allayer of sorrow masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοκλυτώ — θεοκλυτῶ, έω (Α) [θεόκλυτος] 1. επικαλούμαι, ικετεύω τους θεούς 2. ζητώ με δέηση («ταῦτα τοῦ Παυσανίου θεοκλυτοῦντος», Πλούτ.) 3. ακούω φωνή θεού, είμαι θεόπνευστος …   Dictionary of Greek

  • πάτρα — Πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο δήμος Πατρέων περιλαμβάνει, εκτός από τον ομώνυμο δήμο, και τις κοινότητες Ελικίστρας, Μοίρας και Σουλίου. Τρίτη πόλη της Ελλάδας από άποψη πληθυσμού, μετά την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”